26.3.14

Μάρτης-γδάρτης

Ταξίδια εναλλάσσονται έξω από το τζάμι,
Μια μικρή τσιγγάνα πατάει τη φούστα της,
φοράει στα πόδια,σιδερένια βραχιόλια 
Σέρνονται στην άσφαλτο.
Ανατριχιάζεις.
Δυο γάτες καπνίζουν.
Τα μουστάκια τους,
 σου θυμίζουν 
εκείνη τη κίνηση στη νοηματική που σου έμαθε η Ε.
Αναμετράς τον καρκίνο 
12 γραμμάρια σου φτάνουν για 4 νύχτες.
χαρίζεις και λίγο.
μοιράζεσαι θάνατο.
Τρως κεσεδάκια στραγγιστό γιαούρτι με μανία.
και φρουτοσαλάτες με μπόλικο ανανά.
Τα απογεύματα σε προσπερνάνε απειλητικά ,
καθώς το φως επεκτείνεται 
και οι ώρες σαν να στενεύουν,
 ανάμεσα στα περιθώρια που
τους διαθέτεις.
Σοκολάτα με σύκο και καρύδια,
γεύση έμπνευσης.
Στα μαθήματα μασουλάς με την Α. άσπρα στραγάλια,σκληρά
-δίχως σταφίδες-
έτσι σκέτα.
κρατσα κρατσα.
γυρνάνε και σε κοιτάνε στην αίθουσα
θα σπάσεις κανα δόντι λέτε η μια στην άλλη.
Μαθαίνεις για σηψιρριζίες και σήψεις λαιμού
και σου έρχεται στο μυαλό 
ο λαιμός
του.
Ο βελούδινος λαιμουδάκος του,
 που σου άνηκε
που ήταν ολότελα δικός σου.
και κείνη η μέρα,σου έρχεται,
 στα γρασίδια της παλιάς παραλίας
Γεμάτη Άνοιξη 
και ο λαιμός του κατακόκκινος από τα σημάδια των χειλιών σου.
Μετρούσαμε ο ένας του άλλου.
Θαρρώ πως σε είχα κερδίσει.
Οι φίλες σου σε κοιτάνε καχύποπτα και με απορία,
Μεταλλάχτηκες σου λένε.
Δεν είσαι εσύ αυτή.
και ο ουρανός σκοτεινιάζει απότομα
σαν ο μάρτης σφίγγει το χέρι σου.
Σημάδια 
από κλωστές
από όξινα σαπούνια 
από κλάδεμα λεβαντίνης 
από μελισσούλες ερωτιάρες
από τα αλεύρια και την άχνη των νηστίσιμων 
Σημάδια
από  
λέξεις 
που 
έμειναν 
πίσω
σαν 
έφυγες 
μπροστά

Χρωστάς ένα βλέμμα 

Χρωστάω ίσως
κάτι παραπάνω
από αυτό.





12.3.14

Φοβάμαι πως χωρίς εσένα δεν είμαι.

Υπάρχουν και αυτοί που παντού σημειώνουν το όνομα σου,
Σε κυνηγάνε για λίγο
στη μέση της ξεραΐλας της πόλης
έτσι για να αισθανθούν
-φευγαλέα-
τις μπούκλες σου,να γαργαλάν το λαιμό τους.
Λατρεύουν το αγκάλιασμα σου
καθώς το ταβάνι συνθλίβεται στο αραίωμα της κεφαλής τους,
καθώς η θλίψη σημειώνει με μαύρο μαρκαδόρο,
ελιές δεξιά από το άνω χείλος τους.
Φυλακίζουν τις μικρές σου τσιριχτές φωνούλες,
τις λαχταρούν να γαργαλάν 
τις άκρες των αυτιών τους.
Στα σκοτάδια για λίγο σε ξεχνάνε,
ψηλαφίζουν τη πορεία στη χωρίστρα των μαλλιών σου
σκοντάφτουν στο μελάνωμα 
που ο ήλιος σου χάρισε το περσινό καλοκαίρι.
Επιστρέφουν κάθε που νιώσουν οτι έπαψαν να σου είναι απαραίτητοι,
κάθε που εσύ περπατάς στις μύτες
 και φοράς λουλουδένια φορέματα ,
που απαλά χαϊδεύουν τους γοφούς σου.
Σαλεύουν αργόσυρτα
λουσμένοι από το εκτυφλωτικό βλέμμα της αδιαφορίας σου,
Σε αρπάζουν
Σε γαντζώνουν
παραληρούν
με μια ασίγαστη μανία

και εσύ
τρεμοπαίζεις
ανάμεσα στα άγαρμπα μπράτσα τους
σαστίζεις
από τις προεξοχές στα σώματά τους.
σιγομουρμουρίζεις,
λατινικά ονόματα φυτών
ξεθάβεις
λυσσασμένες κραυγές από τα νύχια τους.
και ύστερα
αποκόπτεσαι

Αποκαμωμένη
κουρνιάζεις στις φωλιές από τα σεντόνια
τυλίγεσαι με φλούδες 
και ταλαντεύεσαι 
ανάμεσα στα σχήματα του χαλιού και τις άκρες του στρώματος.

'' Φοβάμαι πως χωρίς εσένα δεν είμαι '',

λες
μα το βλέμμα σου ανεπαίσθητα,
σχεδόν αέρινα
γέρνει στο καθρέφτη της ντουλάπας στα αριστερά σου.
Μονάχα εσύ και το είδωλο.

επίλογος: