28.12.13

σημειώσεις για την Α.

Καλημέρα Α. οι μέρες για τη φυγή μας πλησιάζουν.




θα σου χτυπάω τη πόρτα
θα μου ανοίγεις.
το φόρεμα σου ριχτό,γεμάτο πινελιές,τα πέδιλά σου καλά δεμένα στους αστραγάλους
θα ανασαίνεις πίσω μου,θα με κρατάς σφιχτά,έτσι για να νιώθω οτι μου κόβεται η ανάσα..
θα τρέχουμε στους δρόμους.
τα μελτέμια θα μας ανακατεύουν τα μαλλιά.
η θάλασσα θα ναι τόσο κοντά,
μα εγώ θα σε πηγαίνω από τον πιο μακρύ δρόμο,
έτσι για να σε νιώθω από πίσω μου,
να σε φαντάζομαι
-για λίγο ακόμα,για μια στροφή ακόμα-
με κλειστά μάτια να χαμογελάς
ύστερα θα σβήνω τη μηχανή και εσύ με ένα σάλτο θα βρίσκεσαι πλάι στα κύματα..
εγώ θα στέκομαι και θα κοιτώ
θα κοιτώ μια εσένα μικρή μου
μια τον ήλιο να χάνεται, να γίνεται χρώματα σε καμβά,
μια το είδωλό μου στα αλμυρά νερά..
που να η χωρέσω τόση ευτυχία ; 
πες μου που !


θα φτιάξουμε μια χορτόπιτα για το βράδυ..
θα κάτσουμε δίπλα στη σόμπα οι δυο μας.
θα ακούμε το ξύλο να καίγεται και θα ρουφάμε σταγόνες κόκκινου ξηρού κρασιού από τα αμπέλια μας.
θα ναι μια όμορφη νύχτα,
με μουσικές της φύσης ολόγυρα και σενα να χαζογελάς για τα μούσια μου που γέμισαν με φύλλα πίτας.
ύστερα ήσυχα ήσυχα θα σε πάρει ο ύπνος πάνω στη κουβερλή
και θα εγώ θα γυρνάω σελίδες στα βιβλία μου,θα σε κοιτώ,θα πιάνω μολύβι,χαρτί ,θα γράφω για μας.
για τον κήπο μας,
για τον κόσμο που δεν παύει να τριγυρίζει ανάμεσά μας.
θα σε σηκώσω στην αγκαλιά μου έπειτα,
θα σε πάρω μαζί μου κάτω από τις κουβέρτες,εκεί στην άκρη του ξύλινου κρεβατιού μας..
θα ύπνος θα με βρει πιο ερωτευμένο από ποτέ
καθώς η αυγή παρέα με τα τιτιβίσματα πουλιών θα με νανουρίζουν 
  

ο μικρός μας Μάρκος κοιτάζει από το παράθυρο το χιόνι να καλύπτει τη γη..
και εκεί έισαι και εσύ.
αφήνεις πατημασιές. το κασκόλ σου σέρνεται στα χιόνια,χαράζει μονοπάτια.
''έλα μέσα'' σου φωνάζω,καθώς βγάζω φωτογραφίες..
τα ξύλα καίνε και η μηλόπιτα αχνίζει.
θέλω να σε αγκαλιάσω έτσι λίγο καθώς θα κουλουριάζεσαι πλάι στο μάρκο,στη φλοκάτη..
να σας αγκαλιάσω και του δυο..
να μας πάρει ο ύπνος γλυκά γλυκά ,
να ακούγεται μονάχα ο αέρας,
οι ήχοι του πυρωμένου ξύλου 
και τα γουργουρισματα του σκύλου..


Καθώς κατέβαινα τον γεμάτο από κόσμο,δρόμο της Πρωτεύουσας
ξαφνικά σε ένιωσα να στέκεσαι δίπλα μου.
Περπατούσες με τα μαλλιά λυμένα,
και κοίταζες ψηλά,τα φώτα της πόλης.
Το ψιλόβροχο ,ύγραινε τις σκέψεις μας
και εγώ μουρμούριζα στίχους που μισούσες..
Ήταν ακριβώς τη στιγμή που άκουσα αυτό το τραγούδι ,
από κείνους τους πλανόδιους ινδιάνους που πλασάρουν τη μουσική τους,
σε κάθε πόλη.
Ήταν τότε που σε βρήκα,λοιπόν,
που σε αισθάνθηκα εκεί δίπλα μου,
τόσο κοντά στο σύμπαν μου,
να χαζογελάς με τους μορφασμούς μου,
να με φωνάζεις ''Μαρκάκο'' ή ''Πόντικα Μάρκο''
και εγώ να σου κανω τον γλυκούλη ,να σου λέω ''νιανιο''
έτσι για να με αγαπήσεις λίγο ακόμα
-τόσο δα-

Μα έπειτα η μουσική έσβησε και τα φώτα της πόλης
με τράβηξαν κοντά τους..
και αν και εσύ βρισκόσουν κάμποσα χιλιόμετρα μακρυά,
ήξερα πως 
ναι ίσως και εσύ μας σκεφτόσουν,
κάπως έτσι..
μαζί σε αυτή τη πόλη που τόσο λαχταρούμε ...
δίπλα δίπλα.
να σμίγουν οι κόσμοι μας..


Καλή σου νύχτα μικρή μου Ινδι(άννα)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου